Αναστέναζαν οι πλαγιές και τα φτεροτόπια γύρω από το χωριό τέτοια εποχή περίπου (για την ακρίβεια λίγο νωρίτερα) μέχρι πριν από καμιά τριανταριά χρόνια! Το κυνήγι του "θαμμένου θησαυρού" ξεκινούσε γύρω στα μέσα Γενάρη (μόλις άρχιζαν οι ζεστές "Αλκυονίδες μέρες") και κρατούσε ως τα τέλη Φλεβάρη (μετά λέγαμε ότι τις "έκλανε ο Μάρτης" και μαραίνονταν)! Όλη η πιτσιρικαρία (από έξι μέχρι δεκαέξι, πάνω κάτω) ξαμολιότανε μόλις έβρισκε ευκαιρία (κυρίως τα Σαββατοκύριακα) με μοναδικό όπλο ένα μικρό ξύλινο σουβλί, το "σκάφτηρα" (α, κι ένα κομμάτι σπάγγο)! Για "σκάφτηρα", συνήθως, χρησιμοποιούσαμε το "παλούκι" με το οποίο δέναμε τα μουλάρια το καλοκαίρι στα λιβάδια και στις καλαμιές (μετά το θερισμό) για να βοσκήσουν !
Οργανωμένοι σε ομάδες, με επικεφαλής το μεγαλύτερο και πιο νταή, επιλέγαμε την περιοχή όπου θα πηγαίναμε να βγάλουμε "κάτσιαντρες" και ξεκινούσαμε πρωί πρωί για να προλάβουμε τους άλλους. Η περιοχή από το "Εικονοστάσι" μέχρι τον "Αη-Θανάση" και από τα "Ραγκατζιάρια" μέχρι τον "Αη-Γιώργη" ήταν από τις πιο παραγωγικές και γνώριζαν μεγάλες δόξες! Μόλις φτάναμε κοιτούσαμε πού φαινόταν πιο έντονο κίτρινο-πορτοκαλί το μέρος κι ο "σκάφτηρας" έπιανε δουλειά! Τον μπήζαμε με ρυθμό και ταχύτητα στο χώμα για να βγάλουμε το μικροσκοπικό (στο μέγεθος ενός νυχιού) γλυκύτατο βολβό που έκρυβε κάτω από το χώμα το κροκί λουλουδάκι! Παράλληλα, προσέχαμε "μη σκάσει μύτη" και καμιά άλλη ομάδα! Αν ερχόταν, αναλάμβανε ο αρχηγός "να καθαρίσει"! Οριοθετούσε την περιοχή μας λέγοντας στην άλλη ομάδα από πού μέχρι πού δεν είχε δικαίωμα κανείς άλλος (μέχρι να φύγουμε) να σκάψει! Με τον αδερφό μου πηγαίναμε, συνήθως, μαζί με τον ξάδερφο το Γιώργο (το "Γούλα") κι είχαμε το πλεονέκτημα να μη μας ενοχλεί κανείς! Όπου πηγαίναμε τα όρια της περιοχής μας έφταναν μέχρι εκεί που έφτανε και το μάτι!
Μόλις θεωρούσαμε ότι βγάλαμε αρκετές, πεινούσαμε, κρυώναμε ή κουραζόμα-σταν, ήταν η ώρα της μοιρασιάς. Ιεραρχικά και με τη σειρά έπαιρνε ο καθένας από μία μέχρι να τελειώσουν όλες. Στη συνέχεια τις δέναμε σε ματσάκια με το σπάγγο και παίρναμε το δρόμο της επιστροφής για το χωριό! Τι γλύκα και τι νοστιμιά ήταν εκείνη;
ΥΓ.1 Κάνοντας μια βόλτα (κατά την τελευταία επίσκεψή μας στο χωριό) με το φίλο το Βασίλη και τη μικρή Ματίνα μου στα ίδια μέρη βρήκαμε αρκετές ακόμα (κι ας είχε ρίξει χιόνι καμιά βδομάδα νωρίτερα)! Έβγαλε καναδυό ο Βασίλης, τις καθάρισε και τις έδωσε στη Ματίνα! Ξετρελάθηκε η μικρή και μέχρι να γυρίσουμε (μετά από μιάμιση ώρα) του ζητούσε συνέχεια κι εκείνος δεν της χάλασε χατίρι! Ξαναγύρισε, για λίγο, ο χρόνος καμιά σαρανταριά χρόνια πίσω και ξαναθυμηθήκαμε τα παιδικά μας χρόνια!
ΥΓ.2 Δυστυχώς αγνοώ την επιστημονική ονομασία της. Προσπάθησα να βρω πληροφορίες στο διαδίκτυο (χτυπώντας διάφορες λέξεις ή φράσεις στο "ψαχτήρι"), αλλά δε βρήκα τίποτα! Κάθε βοήθεια δεκτή...
Οργανωμένοι σε ομάδες, με επικεφαλής το μεγαλύτερο και πιο νταή, επιλέγαμε την περιοχή όπου θα πηγαίναμε να βγάλουμε "κάτσιαντρες" και ξεκινούσαμε πρωί πρωί για να προλάβουμε τους άλλους. Η περιοχή από το "Εικονοστάσι" μέχρι τον "Αη-Θανάση" και από τα "Ραγκατζιάρια" μέχρι τον "Αη-Γιώργη" ήταν από τις πιο παραγωγικές και γνώριζαν μεγάλες δόξες! Μόλις φτάναμε κοιτούσαμε πού φαινόταν πιο έντονο κίτρινο-πορτοκαλί το μέρος κι ο "σκάφτηρας" έπιανε δουλειά! Τον μπήζαμε με ρυθμό και ταχύτητα στο χώμα για να βγάλουμε το μικροσκοπικό (στο μέγεθος ενός νυχιού) γλυκύτατο βολβό που έκρυβε κάτω από το χώμα το κροκί λουλουδάκι! Παράλληλα, προσέχαμε "μη σκάσει μύτη" και καμιά άλλη ομάδα! Αν ερχόταν, αναλάμβανε ο αρχηγός "να καθαρίσει"! Οριοθετούσε την περιοχή μας λέγοντας στην άλλη ομάδα από πού μέχρι πού δεν είχε δικαίωμα κανείς άλλος (μέχρι να φύγουμε) να σκάψει! Με τον αδερφό μου πηγαίναμε, συνήθως, μαζί με τον ξάδερφο το Γιώργο (το "Γούλα") κι είχαμε το πλεονέκτημα να μη μας ενοχλεί κανείς! Όπου πηγαίναμε τα όρια της περιοχής μας έφταναν μέχρι εκεί που έφτανε και το μάτι!
Μόλις θεωρούσαμε ότι βγάλαμε αρκετές, πεινούσαμε, κρυώναμε ή κουραζόμα-σταν, ήταν η ώρα της μοιρασιάς. Ιεραρχικά και με τη σειρά έπαιρνε ο καθένας από μία μέχρι να τελειώσουν όλες. Στη συνέχεια τις δέναμε σε ματσάκια με το σπάγγο και παίρναμε το δρόμο της επιστροφής για το χωριό! Τι γλύκα και τι νοστιμιά ήταν εκείνη;
ΥΓ.1 Κάνοντας μια βόλτα (κατά την τελευταία επίσκεψή μας στο χωριό) με το φίλο το Βασίλη και τη μικρή Ματίνα μου στα ίδια μέρη βρήκαμε αρκετές ακόμα (κι ας είχε ρίξει χιόνι καμιά βδομάδα νωρίτερα)! Έβγαλε καναδυό ο Βασίλης, τις καθάρισε και τις έδωσε στη Ματίνα! Ξετρελάθηκε η μικρή και μέχρι να γυρίσουμε (μετά από μιάμιση ώρα) του ζητούσε συνέχεια κι εκείνος δεν της χάλασε χατίρι! Ξαναγύρισε, για λίγο, ο χρόνος καμιά σαρανταριά χρόνια πίσω και ξαναθυμηθήκαμε τα παιδικά μας χρόνια!
ΥΓ.2 Δυστυχώς αγνοώ την επιστημονική ονομασία της. Προσπάθησα να βρω πληροφορίες στο διαδίκτυο (χτυπώντας διάφορες λέξεις ή φράσεις στο "ψαχτήρι"), αλλά δε βρήκα τίποτα! Κάθε βοήθεια δεκτή...